Συνθεση πασχαλινή στο σχολείο, με τα κεφάλια μας μέσα απο τα αυγά, Δεν υπήρχαν μόνο τα παλιά έθιμα, αλλά και οι δημιουργίες της νεολαίας για το Πάσχα, όπως αυτό το σκηνικό με την εξαιρετικά επιμελημένη ζωγραφική που βλέπετε.
Κατά τα άλλα, όταν πλησίαζε το Πάσχα, η μαμά με τη γιαγιά μου νηστεύανε 40 μέρες για να κοινωνήσουν το Μέγα Σάββατο. Εμάς μας βάζανε να νηστεύουμε, μόνο τη Μεγάλη Εβδομάδα
Τη Μεγάλη Παρασκευή έπρεπε να βάλουμε καινούργια ρούχα, καινούργια παπούτσια, συνήθως άσπρα για να τιμήσουμε την ταφή του Κυρίου Εκείνη τη μέρα δεν έπρεπε να στρώσουμε τραπέζι καθόλου, τρώγαμε στο πόδι. Με τις φίλες μου γυρίζαμε όλους τους Επιταφίους. Το βράδυ ακολουθούσαμε τον επιτάφιο της Παναγίας, κι όταν φτάναμε στην πλατεία και συναντούσαμε άλλον επιτάφιο, γινότανε χαλκουνοπόλεμος. Παλιότερα αυτά τα χαλκούνια τα φτιάχνανε μόνοι τους, δηλαδή γεμίζανε με μπαρούτι κάτι μακρόστενους κυλίνδρους, τα άναβαν και τα αφήνανε. Αυτά διέγραφαν πύρινους κύκλους στον ουρανό και μετά πέφτανε στη γη και καίγανε πόδια, χέρια, μάτια… Τα φοβόμασταν πολύ. Ευτυχώς μετά τον πόλεμο απαγορεύτηκαν.
Το βράδυ όλα τα μπαλκόνια είχαν αναμένα κεριά κι ήταν γεμάτα κόσμο από όπου περνούσε ο επιτάφιος. Μετά την περιφορά επέστρεφε στην πλατεία και η πόρτα της εκκλησίας ήταν κλειστή. Ο παπάς φώναζε: «Άρατε τας πύλας, άρατε και εισελεύσεται ο βασιλεύς της δόξης». Από μέσα ο ψάλτης ρωτούσε: «Τις εστί ο βασιλεύς της δόξης;» Ο παπάς: «Κύριος κραταιός, ούτος εστί ο βασιλεύς της δόξης». Δίνανε μια σπρωξιά στην πόρτα κι έμπαινε ο επιτάφιος στην εκκλησία.
Έτσι τέλειωνε η εβδομάδα των παθών. To Σάββατο τα μεσάνυχτα βγάζανε την Ανάσταση. Πηγαίναμε με τις λαμπάδες μας να πάρουμε το Άγιο φως. Έπρεπε να φέρουμε το φως στο σπίτι, να ανάψουμε το καντηλάκι που είχαμε στο εικονοστάσι μας. Μας περίμενε ζεστή η μαγειρίτσα με τα κόκκινα αυγά, το κρασί το κόκκινο. Τρώγαμε και τρέχαμε πάλι στα κρεβάτια μας, για ύπνο. Μόνο ο μπαμπάς έμενε ξύπνιος να παλεύει από τις έξι να ανάψει τη φωτιά για το αρνί, ένα έθιμο ρουμελιώτικο που το τηρούσανε και οι πιο φτωχές οικογένειες.
Σε κάθε αυλίτσα, σε κάθε κηπάκο, υπήρχε και μια σούβλα με αρνί και δυο τρεις σούβλες κοκορέτσι. Σε φωνάζανε όλοι, κι ας μη σε γνώριζαν, να δοκιμάσεις το αρνί ή το κοκορέτσι τους, που γι αυτό είχαν απασχοληθεί τόσες ώρες. Όλο το Αγρίνιο μοσχοβολούσε αρνί στη σούβλα κι από τα κεράσματα και τις δοκιμές που κάναμε στο τέλος δεν μπορούσαμε να φάμε το μεσημέρι στο σπίτι μας. Το αρνί του σπιτιού τρωγόταν την επόμενη μέρα κρύο.
Το βράδυ όλα τα μπαλκόνια είχαν αναμένα κεριά κι ήταν γεμάτα κόσμο από όπου περνούσε ο επιτάφιος. Μετά την περιφορά επέστρεφε στην πλατεία και η πόρτα της εκκλησίας ήταν κλειστή. Ο παπάς φώναζε: «Άρατε τας πύλας, άρατε και εισελεύσεται ο βασιλεύς της δόξης». Από μέσα ο ψάλτης ρωτούσε: «Τις εστί ο βασιλεύς της δόξης;» Ο παπάς: «Κύριος κραταιός, ούτος εστί ο βασιλεύς της δόξης». Δίνανε μια σπρωξιά στην πόρτα κι έμπαινε ο επιτάφιος στην εκκλησία.
Έτσι τέλειωνε η εβδομάδα των παθών. To Σάββατο τα μεσάνυχτα βγάζανε την Ανάσταση. Πηγαίναμε με τις λαμπάδες μας να πάρουμε το Άγιο φως. Έπρεπε να φέρουμε το φως στο σπίτι, να ανάψουμε το καντηλάκι που είχαμε στο εικονοστάσι μας. Μας περίμενε ζεστή η μαγειρίτσα με τα κόκκινα αυγά, το κρασί το κόκκινο. Τρώγαμε και τρέχαμε πάλι στα κρεβάτια μας, για ύπνο. Μόνο ο μπαμπάς έμενε ξύπνιος να παλεύει από τις έξι να ανάψει τη φωτιά για το αρνί, ένα έθιμο ρουμελιώτικο που το τηρούσανε και οι πιο φτωχές οικογένειες.
Σε κάθε αυλίτσα, σε κάθε κηπάκο, υπήρχε και μια σούβλα με αρνί και δυο τρεις σούβλες κοκορέτσι. Σε φωνάζανε όλοι, κι ας μη σε γνώριζαν, να δοκιμάσεις το αρνί ή το κοκορέτσι τους, που γι αυτό είχαν απασχοληθεί τόσες ώρες. Όλο το Αγρίνιο μοσχοβολούσε αρνί στη σούβλα κι από τα κεράσματα και τις δοκιμές που κάναμε στο τέλος δεν μπορούσαμε να φάμε το μεσημέρι στο σπίτι μας. Το αρνί του σπιτιού τρωγόταν την επόμενη μέρα κρύο.
Στο χωριό που πηγαίναμε τα καλοκαίρια, τον Αγιο Βλάσιο, η ευχή στα παιδιά ήταν, να έχουν της Λαμπρής τα καλά. Μετά απο τόσα χρόνια η ευχή έχει πάλι νόημα. Ας έχουμε της Λαμπρής τα καλά σε όλη την Ελλάδα φέτος, χριστιανοί και λοιποί.
Καλή ανάσταση!
No comments:
Post a Comment